Πάρνηθα |
Η Πάρνηθα είναι το υψηλότερο και μεγαλύτερο σε έκταση βουνό της Αττικής, που τη διαχωρίζει από τη Βοιωτία. Βρίσκεται σε απόσταση 40 χλμ. βόρεια της Αθήνας και καταλαμβάνει μια έκταση 300.000 στρ. περίπου, από τον οικισμό των Θρακομακεδόνων ως την Αυλώνα και από το Κρυονέρι και τις Αφίδνες ως το οροπέδιο των Δερβενοχωρίων. Μέγιστο μήκος από Α-Δ 32.000 μ. και μέγιστο πλάτος από Β-Ν 19.000 μ. Διοικητικά, η Πάρνηθα υπάγεται στη μεγαλύτερη έκτασή της (200.000 στρ.) στο Δασαρχείο Πάρνηθας. Το έτος 1961, η έκταση αυτή των 200.000 στρ. κηρύχτηκε Εθνικός Δρυμός με πυρήνα την περιοχή των ψηλότερων κορυφών (38.000 στρ.), που στο σύνολό του καλύπτεται σχεδόν από ελατοδάσος. |
Οι υψηλότερες κορυφές του βουνού είναι : Από την περιοχή αυτή των ψηλότερων κορυφών ξεκινούν προς διάφορες κατευθύνσεις βαθιά ρέματα με χειμαρρώδη εποχιακή ροή, κυριότερα από τα οποία είναι : Στη γεωλογική δομή του βουνού κυριαρχούν σκληροί ασβεστόλιθοι και σχιστόλιθοι, στα σημεία επαφής των οποίων εμφανίζονται πολλές μικρές πηγές με συνεχή ή εποχιακή ροή. Οι σπουδαιότερες από αυτές είναι Επιπλέον έχουν καταγράφει και καταμετρηθεί 46 συνολικά πηγές. Τα εδάφη είναι γενικά άγονα και αβαθή, εκτός από ορισμένα καρστικά πλατώματα και βυθίσματα, όπως της Μόλας, της Ντράσιζας, του Λοιμικού, της Σαλονίκης του Ξερολίβαδου κ α., που είναι φυσικά λιβάδια με πλούσια ποώδη βλάστηση και εξαιρετικοί βιότοποι θηραμάτων. |
Στην περιοχή της Πάρνηθας και κυρίως στην περιοχή του ελατοδάσους, τους θερινούς μήνες το κλίμα είναι σημαντικά δροσερότερο από το κλίμα της υπόλοιπης Αττικής (6-7 Cο χαμηλότερες θερμοκρασίες). Στα 1.000 μ. υψόμετρο έχει παρατηρηθεί μέσο ύψος βροχής 822 χιλ., ετήσιο ύψος χιονιού 120 εκ. μέση σχετική υγρασία 77%, αριθμός ημερών βροχής 70, χιονιού 33, μέση ετήσια θερμοκρασία 11 Cο, μέση μεγίστη 16 Cο, μέση ελαχίστη 6 Cο. |
Κατά την αρχαιότητα, σύμφωνα με ιστορικές πληροφορίες, η Πάρνηθα δεν ήταν απάτητο βουνό. Οι φρουροί που περιπολούσαν, οι κυνηγοί που απολάμβαναν τα θηράματά της, οι λάτρεις του Δία και του Θεού των Δασών (του Πάνα), αλλά και οι "ανθρακείς" των περιοχών Φυλής και Αχαρνών, σίγουρα την είχαν κατακτήσει. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι στην Πάρνηθα (αόριστα) υπήρχε χάλκινο άγαλμα του Παρνήθιου Δία και βωμός του Σημαλέου Δία. Για το άγαλμα του Δία έχουν γίνει πάρα πολλές υποθέσεις, όπως και στην περίπτωση των αγαλμάτων της Αθηνάς στην Πεντέλη και του Δία στον Υμηττό, γιατί δε βρέθηκαν καθόλου ίχνη τους. O βωμός του Σημαλέου Δία πιστεύεται ότι ήταν στο Άρμα, όπου βρέθηκαν και πολλά θραύσματα κεραμιδιών. Όπως διαπιστώθηκε, τ' αρχαιότερα αγγεία ήταν της Γεωμετρικής περιόδου (γύρω στο 1000 π.Χ.) και πολλά ήταν της Αρχαϊκής περιόδου (γύρω στο 600 π.Χ.). Η λατρεία στο μικρό αυτό σπήλαιο της Πάρνηθας συνεχίστηκε και κατά τους χρόνους της Ρωμαιοκρατίας όπως απόδειξε η ανακάλυψη μερικών λύχνων της εποχής αυτής. Δεν έχει εξακριβωθεί εάν το λατρευτικό σπήλαιο ήταν προς τιμή του Σημαλέου Δία, ή του Επάκριου Δία ή ήταν ο βωμός του όμβριου - απήμιου Δία και που κατά την παράδοση έκτισε ο Δευκαλίων, όταν μετά το μεγάλο κατακλυσμό κατέφυγε στην Αθήνα, στον Κραναό ή Κρανάη (πελασγικός οικισμός στα κράσπεδα της Ακρόπολης). Δεν αποκλείεται όμως, τα 3000 μαχαίρια που βρέθηκαν να προέρχονται από τους αγρότες της Αττικής που ήθελαν να εξευμενίσουν τον όμβριο Δία, όπως έτσι συνηθιζόταν, όταν οι βροχές δεν ευνοούσαν τις διάφορες καλλιέργειές τους. Στην Πάρνηθα υπάρχει και άλλο λατρευτικό σπήλαιο, που βρίσκεται σε υψ. 620 μ., στην άγρια χαράδρα - φαράγγι της Γκούρας και στην ανατολική της πλαγιά κοντά στήν τοποθεσία Μεσονύχτι. Το σπήλαιο αυτό, το γνωστό σπήλαιο Πανός ή Άντρο Πανός, λεγόταν κατά την αρχαιότητα και Νυμφαίο, γιατί λατρεύονταν μαζί με τον Πάνα και οι Νύμφες. Κατά τη συστηματική αρχαιολογική έρευνα που έκανε το 1900 ο καθηγητής Σκιάς βρέθηκαν στο εσωτερικό του, εκτός από θραύσματα προϊστορικών λατρευτικών αγγείων και πάρα πολλά λυχνάρια και πήλινα ειδώλια. Το σπήλαιο έχει, επίσης, την ονομασία Λυχνοσπηλιά, γιατί εκεί βρέθηκαν πολλά λυχνάρια. Έχει δύο θαλάμους με συνολικό μήκος 80 περίπου μέτρα και ύψος 4-10 μ. Η Πάρνηθα είχε τα περισσότερα αρχαία φρούρια και πύργους απ' όλα τα ελληνικά βουνά. Δύο ήταν οι κύριες διαβάσεις προς Βορρά της Πάρνηθας (Δερβένια). Η μία ήταν από Αθήνα - Δεκέλεια - Θέση Κλειδί (κάτω από το φρούριο του Κατσιμιδίου) - Αγ.Μερκούριος – Σφενδάλη, ακολουθούσε δηλαδή περίπου το σημερινό δρόμο που βγαίνει στο σιδηροδρομικό σταθμό Σφενδάλης (Μαλακάσας). Αυτό το δρόμο ακολούθησε ο Μαρδόνιος κατά τους Περσικούς πολέμους (5° π.Χ. αι.), αφού συμπλήρωσε την καταστροφή της Αττικής, επιστρέφοντας στη Βοιωτία. Από τη δίοδο αυτή της Πάρνηθας μεταφέρονταν τα σιτηρά και τα κοπάδια από τη Βοιωτία στην Αττική. Η Πάρνηθα ήταν, όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα, κατοικημένη από τους προιστορικούς χρόνους. Έχουν διασωθεί αρκετές αρχαίες ονομασίες (τόπων, ποταμών κλπ.). Αξίζει να αναφέρουμε το Χάραδρο (ή ρέμα Μόλας) που χύνεται στη λίμνη του Μαραθώνα, την κορυφή Φελέα (Μπελέτσι) πάνω από τα Κιούρκα, τον ποταμό Κελόδωνα (φαράγγι Γιαννούλας) και το λατρευτικό σπήλαιο του Πάνα (στην ανατολική όχθη του ποταμού). που ονομαζόταν και Νυμφαίο, γιατί μαζί με το Θεό των δασών λάτρευαν και τις Νύμφες. η κορυφή Άρμα στη δυτική όχθη του ποταμού, στη Βόρεια πλευρά ο Αυλώνας και η Σφενδάλη, ανατολικά οι Αφίδνες και νότια, η περιοχή του Δήμου Αχαρνών και Δεκέλειας, κοντό στο ομώνυμο αρχαίο φρούριο, ο Δήμος Χαστιέων, ο συνοικισμός της Φυλής και οι Αρματείς, που οι κάτοικοί τους ήταν κυρίως ανθρακείς. Στη Δεκέλεια ήταν και ο τάφος του αρχαίου τραγικού ποιητή Σοφοκλή, ο οποίος κατάγονταν από εκεί και ζήτησε να τον θάψουν, όπως και έγινε, κοντό στο δρόμο που οδηγούσε από την Αθήνα στη Δεκέλεια. Πάνω στο τάφο του οι Αθηναίοι έστησαν χάλκινο χελιδόνι σε ανάμνηση της γλυκιάς του ποίησης. Τέλος, αρχαίοι οικισμοί εντοπίστηκαν κοντά στην πηγή Ρουμάνι (Βυζαντινός) στη Θέση Μπόρσι, στο Παληοχώρι και στη Θέση Χάνι Κοκίνη. Ακόμα, υπάρχουν ευρήματα αρχαίων υδραγωγείων στα ρέματα Γκούρας και Θοδώρας και λείψανα αρχαίου τείχους μεταξύ των κορφών Κυράς και Κεραμιδίου. |
Στην πλούσια και ποικίλη πανίδα της περιοχής περιλαμβάνονται είκοσι εννέα είδη θηλαστικών, όπως ελάφια, λαγοί, αλεπούδες, ασβοί, κουνάβια, τσακάλια, σκίουροι, σκαντζόχοιροι κ.α. και περίπου εκατόν είκοσι είδη πτηνών, ενδημικών της Ελλάδας και αποδημητικών, πολλά από τα οποία είναι αρπακτικά και φωλιάζουν στην Πάρνηθα, όπως γύπες, μπούφοι, κουκουβάγιες, σαίνια, γεράκια, φιδαετοί, χρυσαετοί, μπεκάτσες, πετροπέρδικες, κοτσύφια, γερακότσιχλες, κοράκια, τσαλαπετεινοί, σπίνοι, καρδερίνες, αηδόνια κ.α. Η Πάρνηθα σε αντίθεση με τα άλλα βουνά της Αττικής, είναι σχεδόν στο σύνολό της δασωμένη. Η χλωρίδα της είναι από τις πλουσιότερες που υπάρχουν στη χώρα μας. Είναι γνωστά 818 είδη φυτών, δηλαδή, το 1/6 περίπου του συνολικού αριθμού των φυτικών ειδών της Ελλάδας. Τα πιο σπάνια από αυτά είναι : ο κόκκινος κρίνος, 4 είδη τουλίπας και η άσπρη πεόνια. Η βιολογική κατάσταση του ελατοδάσους, όπως εμφανίζεται σήμερα, δεν είναι ικανοποιητική Τα περισσότερα δέντρα είναι γηρασμένα και άρρωστα. Οι αιτίες που οδήγησαν σ' αυτήν την κατάσταση είναι η κακή μεταχείριση του δάσους ήδη από την αρχαιότητα (υπερβόσκηση, ανεξέλεγκτες υλοτομίες των καλύτερων δέντρων για οικοδομήσιμη ξυλεία και δέντρα Χριστουγέννων, πυρκαϊές), το άγονο και βραχώδες έδαφος του βουνού και το ξηρό και θερμό κλίμα, που επικρατεί στην περιοχή. Μετά την ίδρυση του Δρυμού, το 1961, το ελατοδάσος προστατεύεται αποτελεσματικά και αρχίζει να ορθοποδεί. |
Πλήθος δείγματα και της Χριστιανικής λατρείας υπάρχουν στην Πάρνηθα. Από τα μοναστήρια αξιολογότερο είναι η Μονή Κλειστών πάνω από τη Χασιά. Άλλα μοναστήρια στην περιοχή είναι : η μονή Αγ. Κυπριανού, η μονή της Ντάρδιζας, η μονή Αγ. Παρασκευής στο Γκατζανά, του Αγ. Νικολάου στη Βαρυμπόπη. Πολλά ξωκλήσια είναι επίσης σκορπισμένα σ' όλη την Πάρνηθα, τα περισσότερα από τα οποία χτίστηκαν για τους βοσκούς και τους κυνηγημένους από την Αττική γη, που ζούσαν πάνω στην Πάρνηθα κατά την Τουρκοκρατία καλλιεργώντας χωράφια και βόσκοντας τα κοπάδια τους. |
Στην Πάρνηθα υπάρχουν περισσότερα από είκοσι σπήλαια και βάραθρα, επειδή είναι ασβεστολιθική η δομή του βουνού. Σπουδαιότερα είναι : |
Τα ασβεστολιθικά βράχια της Πάρνηθας είναι εξαίρετα αναρριχητικά πεδία που χρησιμοποιούνται από ελεύθερους και οργανωμένους αναρριχητές. ΑΡΜΑ: Το Άρμα είναι ένα μεγάλο βράχινο συγκρότημα, με υψ. 884 μ., στη Ν-ΝΔ πλευρά της Πάρνηθας και στη δυτική πλευρά του φαραγγιού της Γκούρας, πάνω από τη Μονή Κλειστών. Χωρίζεται σε τρία τμήματα (νότιο - κεντρικό - βόρειο), έχει συνολικό μήκος ορθοπλαγιών περίπου 900 μ., και οι διαδρομές του, που είναι μεγάλων βαθμών δυσκολίας (μέχρι VI), έχουν υψομετρικές διαφορές 90-140 μ. |
Στους νεώτερους χρόνους (από τον περασμένο αιώνα) γίνονται οργανωμένες αναβάσεις ορειβατών και φυσιολατρών. Το 1937 χτίστηκε από τον Ε.Ο.Σ. Αθηνών το ορειβατικό καταφύγιο στη θέση "Μπάφι". |
Επειδή στις κορυφές Καραβόλα, Ορνιο, Κακή Ράχη και Αέρας, υπάρχουν στρατιωτικές εγκαταστάσεις η ανάβαση σ' αυτές είναι απαγορευμένη. Οι μόνες προσπελάσιμες ψηλές κορυφές είναι η Κυρά, ο Λαγός, το Ξεροβούνι, το Αβγό, το Πλατύ Βουνό, το Φλαμπούρι και το Μαυροβούνι, στο οποίο είναι κτισμένο το ξενοδοχείο Μον-Παρνές. Διαδρομές με αφετηρία τον οικισμό των Θρακομακεδόνων ή το Τελεφερικ. Διαδρομές με αφετηρία το καταφύγιο Μπάφι. Διαδρομές με αφετηρία το καταφύγιο Φλαμπούρι Διαδρομές με αφετηρία την Αγ. Τριάδα Διαδρομές με ξεκίνημα την Αγ. Τριάδα και τέρμα την Χασιά Διαδρομές με αφετηρία την Χασιά Διαδρομές με αφετηρία την Μονή Κλειστών Διαδρομές με αφετηρία την Μαλακάσα Διαδρομές με αφετηρία τον Αγ. Μερκούριο Διαδρομές με αφετηρία την Αυλώνα |